Το αναπνευστικό σύστημα της μέλλουσας μητέρας(βρόγχοι, πνεύμονες) ανταποκρίνεται εύκολα στις αυξημένες απαιτήσεις κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Ορισμένες όμως παθήσεις που προϋπάρχουν ή παρουσιάζονται στην κύηση, είναι δυνατόν να διαταράξουν την ομαλή εξέλιξη της.
Οξεία βρογχίτης
Είναι από τις συχνότερες παθήσεις του αναπνευστικού και εμφανίζεται πολύ συχνά στην εγκυμοσύνη. Πρόκειται για φλεγμονή των βρόγχων. Τα αίτια που προκαλούν αυτή την κατάσταση μπορέι να είναι ιοί, μικρόβια αλλά και αλλεργικοί ή χημικοί ερεθισμοί. Το ανώτερο αναπνευστικό είναι οιδηματώδες φυσιολογικά στην κύηση και αυτό δυνατόν να επιβαρύνει το πρόβλημα, ενώ μπορεί να προχωρήσει σε βρογχοπνευμονία.
Η συνεργασία με τον παθολόγο είναι απαραίτητη και τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται πρέπει να είναι ασφαλή όσον αφορά την ανάπτυξη του εμβρύου. Η λήψη άφθονων υγρών, η εισπνοή υδρατμών και οι αναπνευστικές ασκήσεις βοηθούν στην αποβολή των εκκρίσεων που δημιουργούνται στους βρόγχους.
Πνευμονία
Είναι η φλεγμονή ενός τμήματος των πνευμόνων. Παραμένει μια βαρειά κατάσταση παρά την εξέλιξη της επιστήμης τόσο για την έγκυο όσο και για το έμβρυο. Στη μεν μητέρα υπάρχει μεγαλύτερος κίνδυνος στο Γ΄τρίμηνο της εγκυμοσύνης γιατί τότε επιβαρύνεται περισσότερο το αναπνευστικό της σύστημα ενώ για το έμβρυο τα πράγματα είναι πιο δύσκολα.
Στην αρχή της εγκυμοσύνης λόγω του υψηλού πυρετού και της μικροβαιμίας που προκαλεί έχουμε αυξημένη συχνότητα αυτομάτων εκτρώσεων (αποβολών) και ανωμαλιών στο έμβρυο. Ενώ προς το τέλος της κύησης παρατηρούνται ενδομήτριοι θάνατοι και πρόωροι τοκετοί. Είναι πάθηση που πρέπει να αντιμετωπίζεται στο Μαιευτήριο ώστε να παρακολουθείται καλλίτερα η κατάσταση της μητέρας και του εμβρύου. Θα χρειαστούν αντιβιοτικά σε μεγάλες δόσεις, χορήγηση οξυγόνου, Αντιπυρετικά κλπ.
Βρογχικό άσθμα
Ανήκει στις χρόνιες αποφρακτικές πνευμονοπάθειες και χαρακτηρίζεται από παροξυσμούς δύσπνοιας και βρογχοσπασμού (κλείνουν οι βρόγχοι). Στις ελαφρές περιπτώσεις η εγκυμοσύνη προκαλεί βελτίωση ενώ αντίθετα στις βαρειές καταστάσεις μάλλον προκαλεί επιδείνωση. Η συμπεριφορά της πάθησης στην πρώτη εγκυμοσύνη (βελτίωση ή επιδείνωση) έχει παρατηρηθεί ότι επαναλαμβάνεται και στις επόμενες κινήσεις. Το βρογχικό άσθμα που δεν ελέγχεται σωστά μπορεί να προκαλέσει προωρότητα και οπωσδήποτε έχουμε αυξημένη εμβρυϊκή θνησιμότητα.
Ειδικά όταν έχουμε επεισόδια οξείας ασθματικής κρίσης με αποτέλεσμα την σοβαρή υποξία (έλλειψη οξυγόνου) της μητέρας και του εμβρύου.
Η αντιμετώπιση του βρογχικού άσθματος στην εγκυμοσύνη περιλαμβάνει τη θεραπεία της οξείας ασθματικής κρίσης, την αντιμετώπιση του χρόνιου άσθματος και την πρόληψη των υποτροπών. Σε ασθενείς χωρίς έντονα ενοχλήματα που βρίσκονται υπό θεραπεία συντήρησης και μένουν έγκυες θα πρέπει να συνεχίσουμε τη θεραπεία καθόλη τη διάρκεια της κύησης, διότι μπορεί να εμφανίσουν επιβάρυνση της κατάστασης και ασθματική κρίση. Επίσης με αυτό το τρόπο θα διατηρηθεί μία ικανοποιητική αναπνευστική λειτουργία.
Στην εγκυμοσύνη όπου είναι δυνατόν, θα πρέπει να χορηγούνται τα εισπνεόμενα από τη μύτη αντιασθματικά φάρμακα διότι οι παρενέργειες τους είναι λιγότερες από εκείνων που συστηματικά χορηγούνται ενώ είναι πιο ανεκτά από τις εγκύους που έχουν προβλήματα από το στομάχι τους.
Τελειώνοντας με το βρογχικό άσθμα στην εγκυμοσύνη θα ήταν άξιο λόγου να αναφέρω, ότι σε περίπτωση που ο τοκετός πρέπει να γίνει με καισαρική τομή είναι καλλίτερα να χρησιμοποιηθεί επισκληρίδιος αναλγησία και όχι γενική.
Φυματίωση
Τα τελευταία χρόνια έρχεται ξανά στο προσκήνιο αυτή η πάθηση που οφείλεται στην προσβολή του ανθρώπινου οργανισμού από το Μυκοβακτηρίδιο της φυματίωσης (ΤΒC). Όσον αφορά τις εγκύους που πάσχουν από ΤΒC, θα μπορούσα να πω ότι προκαλούν πονοκέφαλο στο Γιατρό τους μια και πολλές φορές χρειάζεται θεραπεία με ισχυρά αντιβιοτικά (αντιφυματικά φάρμακα).
Η συνεργασία με πνευμονιολόγο είναι απαραίτητη. Σε περίπτωση που η έγκυος έχει θεραπευτεί σωστά πριν την εγκυμοσύνη (Αδρανής νόσος) τότε δεν χρειάζεται περαιτέρω θεραπεία. Όταν υπάρχει ενεργός πάθηση η έγκυος θα πρέπει να λάβει διπλή ή τριπλή φαρμακευτική αγωγή.
Χρησιμοποιούνται τα θεωρούμενα ως πιο ασφαλή για το έμβρυο (ισονιαζιδή ). Το νεογνό από μητέρα ύποπτη για ενεργό φυματίωση θα πρέπει να αποχωρίζεται από αυτήν αμέσως μετά τον τοκετό γιατί ο κίνδυνος να αρρωστήσει και αυτό φτάνει το 50%. Ο παιδίατρος θα καθορίσει αν θα πρέπει αν λάβει αντιφυματική αγωγή ή προληπτική θεραπεία με ισονιαζίδη ή παρακολούθηση ή εμβολιασμό με ΒCG.