Είναι ένα από τα συχνότερα και σοβαρότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η γυναίκα, έχει σχέση με την ηλικία, την τεκνοποίηση και χαρακτηρίζεται από συνεχή επιδείνωση αν δεν αντιμετωπιστεί. Είναι γεγονός ότι οι περισσότερες γυναίκες μετά από κάποια ηλικία που εξατομικεύεται, έχουν κάποιο πρόβλημα συγκράτησης των ούρων. Τα αίτια και ο μηχανισμός της βλάβης ποικίλλουν ενώ το αποτέλεσμα, που είναι η απώλεια των ούρων παρά τη θέληση της γυναίκας έχει επιπτώσεις κοινωνικές, υγιεινής αλλά και οικογενειακές (προβλήματα στη σχέση του ζευγαριού) μια και συνοδεύονται αρκετές φορές με αδυναμία οργασμού (από πλευράς γυναίκας) στην σεξουαλική επαφή.

Απώλεια ούρων στην προσπάθεια

Στις ασθενείς με ακράτεια ούρων το μεγαλύτερο ποσοστό (55-65%) οφείλεται σε απώλεια ούρων στην προσπάθεια. Έχουμε μια προοδευτική ανεπάρκεια των σφιγκτήρων που ελέγχουν την έξοδο των ούρων από την ουροδόχο κύστη προς την ουρήθρα και το εξωτερικό περιβάλλον με συνέπεια την διαφυγή των ούρων στην προσπάθεια.

Και προσπάθεια εννοούμε όταν η γυναίκα βήχει ή σηκώνει κάποιο βάρος ή φτερνίζεται και χάνει λίγα ούρα ενώ σιγά-σιγά συμβαίνει σε πιο ελαφρά δραστηριότητα όπως το γρήγορο βάδισμα, το ανέβασμα ή το κατέβασμα σε σκάλα αλλά και σε ορθοστασία ενώ στο τέλος μπορεί να συμβεί και στο κρεβάτι.
Ο μηχανισμός της βλάβης αυτής είναι σχετικά δύσκολο να αναλυθεί στο άρθρο αυτό, απλά αναφέρω ότι έχει σχέση α) με την ανεπάρκεια των μυών που ευρίσκονται στο κατώτερο μέρος της λεκάνης (πυέλου) και β) στην υποτονική ουρήθρα.

Στην πρώτη περίπτωση οφείλεται στην πολυτοκία (γυναίκα που έχει γεννήσει 2-3 παιδιά ή και περισσότερα) σε κάποιο δύσκολο (εργώδη) τοκετό, σε παχυσαρκία, σε χρόνια δυσκοιλιότητα που δεν ρυθμίζεται και σε παθήσεις που προκαλούν χρόνιο βήχα. Σε όλες αυτές τις καταστάσεις έχουμε μία αύξηση της ανδοκοιλιακής πίεσης που θα προκαλέσει μετά από χρόνια μια χαλάρωση των μυών που στηρίζουν  το έδαφος της λεκάνης (κυρίως ο ανελκτήρας μυς) ή ακόμα και μία πτώση των εσω γεννητικών οργάνων (πρόπτωση μήτρας) που θα παρασύρουν με τη σειρά τους την ουροδόχο κύστη και την ουρήθρα έξω από την κοιλιά πρός τον κόλπο.

Το αποτέλεσμα σε αυτές τις περιπτώσεις είναι το ίδιο. Η απώλεια των ούρων στην προσπάθεια παρά την θέληση της ασθενούς.  Στην δεύτερη περίπτωση (υποτονική ουρήθρα) έχουμε μια ανεπάρκεια των σφιγκτήρων της ουρήθρας λόγω λοιμώξεων (φλεγμονών) που θα προκαλέσουν βλάβη του τoιχώματος της ουρήθρας ή ακόμα από την μειωμένη παραγωγή οιστρογόνων που παρατηρείται μετά την εμμηνόπαυση και που είναι απαραίτητα για την ακεραιότητα του ουρηθρικού επιθήλιου.

Ακράτεια ούρων από έπειξη

Αποτελεί το 10% των ασθενών και σημαίνει ότι η γυναίκα αισθάνεται πολύ συχνά και πολύ έντονα την ανάγκη να ουρήσει σε σημείο μάλιστα που δεν μπορεί να συγκρατηθεί και χάνει ούρα. Έχει παρατηρηθεί σε αυτές τις περιπτώσεις μία αυξημένη δραστηριότητα η αστάθεια του εξωστήρα μύ της ουροδόχου κύστεως, του μυός που προκαλεί την σύσπαση της ουροδόχου κύστεως ώστε να βγουν τα ούρα (λειτουργία της ούρησης). Μόνο που αυτό συμβαίνει είτε μετά από κάποιο ερέθισμα είτε μετά από μικρή συλλογή ούρων.

Συνήθως οφείλεται σε ψυχοπάθειες, σε σκλήρυνση κατά πλάκας, σε χρόνιο ερεθισμό της κύστης (φλεγμονές, λιθίαση, νεοπλάσματα) σε νεοπλασίες του νευρικού ιστού, σε στένωση της ουρήθρας κ.λ.π.

Μικτή μορφή: Αποτελεί το 15-20% των περιπτώσεων και οφείλεται και στους δύο μηχανισμούς που προανέφερα γιατί συνυπάρχουν δύο ή περισσότερες παθήσεις στην ίδια ασθενή με αποτέλεσμα τις διαταραχές που προανέφερα.  Έχει μεγάλη σημασία να ανακαλύψουμε τις μορφές αυτές γιατί και η αντιμετώπιση πρέπει να είναι ανάλογη. Σε αντίθετη περίπτωση δεν θα έχουμε ικανοποιητικό αποτέλεσμα και θεραπεύοντας τη μια μορφή ακράτειας εμφανίζεται η άλλη.

Ουροδυναμικός έλεγχος

Εκτός λοιπόν από την σύμπτωματολογία και την Γυναικολογική εξέταση για την εξακρίβωση τ ης πάθησης, είναι απαραίτητος ένας ουροδυναμικός έλεγχος που γίνεται σε ειδικά κέντρα και περιλαμβάνει την κυστομέτρηση την ουρηθρομέτρηση κ.λ.π. είναι δυναμικές δοκιμασίες και μας βοηθούν στο να διαλέξουμε την κατάλληλη θεραπεία για την ασθενή μας, εξασφαλίζοντας το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.

Αντιμετώπιση

Σε ειδικά επιλεγμένες περιπτώσεις όταν η βλάβη στην περιοχή του πυελικού εδάφους είναι μικρή, είναι δυνατόν η ασθενής με ειδικές ασκήσεις που ενισχύουν τους μύες του περινέου να βελτιώσει το πρόβλημα της. Έχουν χρησιμοποιήσει επίσης το περινεόμετρο του Κegel και οι κολπικοί κώνοι του Plevik  με πολύ καλά αποτελέσματα.

Στις περισσότερες όμως καταστάσεις είναι απαραίτητος ο συνδυασμός φαρμακευτικής και χειρουργικής θεραπείας.  Χρησιμοποιούνται Σπασμολιτικές , Αντιχολινεργικές ή Αντικαταθλιπτικές ουσίες ενώ τελευταία αναφέρονται με καλά αποτελέσματα οι ανταγωνιστές ασβεστίου. Οι χειρουργικές τεχνικές είναι παρα πολλέςκαι αυτό από μόνο του δείχνει ότι καμμία δεν λύνει όλη  την «γκάμα»  των περιπτώσεων, αλλά απλά αποκαθιστά ένα τύπο ακράτειας. Έτσι έχουμε τις A) Κολπικές επεμβάσεις: Κολποπερινεοπλαστική και πλαστική του ουρογεννητικού διαφράγματος.

Β) Τις οπισθοηβικές: Κολποανάρτηση και ουρηθροκυστεοπηξία κ.λ.π. και γ) Συνδυασμός αυτών. Συμπερασματικά εδώ πρέπει να αναφέρω ότι εκτός από τα μορφολογικά ευρήματα είναι απαραίτητος κάποιος ουροδυναμικός έλεγχος για να επιλέξουμε την κατάλληλη θεραπεία. Δ] σήμερα χρησιμοποιούνται με μεγάλη επιτυχία και οι TVT ,οι οποίες είναι ειδικές ταινίες που τοποθετούνται εύκολα γύρω από την ουρήθρα προς την ηβική σύμφυση.