Οι παθήσεις στην καρδιά εμφανίζονται στο 1% των εγκύων γυναικών, προκαλούν έντονη ανησυχία στο περιβάλλον της λόγω του κινδύνου που περικλείουν, ενώ απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή και συνεργασία Μαιευτήρα και καρδιολόγου για ένα καλό αποτέλεσμα. Η εγκυμοσύνη αποτελεί μία κατάσταση που φυσιολογικά επιβαρύνει το κυκλοφορικό σύστημα της εγκύου. Από τις πρώτες κιόλας ημέρες μετά τη σύλληψη, ορμονικοί λόγοι, προκαλούν μία υπερδυναμική κατάσταση ενώ αργότερα η αύξηση του όγκου του αίματος και οι αιμοδυναμικές αλλαγές που πραγματοποιούνται μπορεί να επιδεινώσουν μία προϋπάρχουσα καρδιακή πάθηση.
Εκτός αυτών πολλές από τις φυσιολογικές αλλαγές σε μία ομαλά εξελισσόμενη εγκυμοσύνη κάνουν πιο δύσκολη την διάγνωση μιας καρδιακής νόσου από ότι θα ήταν σε μία εκτός κινήσεως κατάσταση. Σαν παράδειγμα, αναφέρω ότι σε μία κύηση, τα λειτουργικά συστολικά φυσήματα είναι κοινό εύρημα ενώ καθώς η μήτρα μεγαλώνει και το διάφραγμα ανυψώνεται, η καρδιά ανεβαίνει και στρίβει πλησιάζοντας στο πρόσθιο θωρακικό τοίχωμα ενώ πολλές φορές η αναπνευστική προσπάθεια της εγκύου μοιάζει σαν δύσπνοια.
Έως πριν από λίγα χρόνια, η ρευματικής αιτιολογίας καρδιοπάθεια, ήταν η πιο συχνή μορφή καρδιακής νόσου, αλλά το φαινόμενο έχει αλλάξει μια και έχουν μειωθεί στο ελάχιστο οι περιπτώσεις Ρευματικού πυρετού με την σωστή χρήση των αντιβιοτικών.
Η καλύτερη ιατρική αντιμετώπιση, επίσης μαζί με μια σειρά νέων χειρουργικών τεχνικών, έχει επιτρέψει σε πολλά νέα κορίτσια με συγγενείς καρδιοπάθειες να φτάσουν σε αναπαραγωγική ηλικία σε σχετικά καλή κατάσταση και να συλλάβουν. Οι πιθανότητες για ένα καλό αποτέλεσμα όσον αφορά την μέλλουσα μητέρα και το παιδί της, εξαρτώνται από αρκετούς παράγοντες όπως
- Την λειτουργική ικανότητα της καρδιάς της
- Την τυχόν εμφάνιση άλλων επιπλοκών (π.χ. Υπέρταση) που θα επιδεινώσουν την κατάσταση της στην διάρκεια της κύησης, του τοκετού αλλά και της λοχείας.
- Την ποιότητα των προσφερόμενων Ιατρικών Υπηρεσιών (Συνεργασία Καρδιολόγου κλπ.).
- Τις κοινωνικοοικονομικές δυνατότητες της μέλλουσας μητέρας, της οικογένειας της και του κοινωνικού περίγυρου.
Ο τελευταίος παράγοντας, αν και ακούγεται γενικός και αόριστος έχει εν τούτοις μεγάλη σημασία. Σκεφτείτε τις δυσκολίες και τους κινδύνους που έχει να αντιμετωπίσει μια νέα φτωχή κοπέλα, χωρίς Ιατρική ασφάλιση, που είναι υποχρεωμένη να εργάζεται σε χειρωνακτική εργασία, σε κάποια επαρχιακή πόλη όπου το Νοσοκομείο δεν καλύπτει ολοκληρωτικά την κατάσταση της (καρδιολογική μονάδα κλπ). Για αρκετές γυναίκες με καρδιολογική πάθηση, η εγκυμοσύνη σημαίνει την εισαγωγή στο Μαιευτήριο από νωρίς μέχρι τις πρώτες ημέρες της λοχείας.
Ο Μαιευτήρας , δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάει, ότι η καρδιακή ανεπάρκεια (κίνδυνος θανάτου της εγκύου) μπορεί να συμβεί οποιαδήποτε στιγμή κατά την διάρκεια της κύησης, του τοκετού και της λοχείας.
Ανεξάρτητα από το είδος της καρδιοπάθειας, βασικός καθοριστικός παράγοντας στην εκτίμηση της βαρύτητας της κατάστασης και στην πρόγνωση και την περαιτέρω αντιμετώπιση είναι η λειτουργική κατάσταση της καρδιάς η οποία εκτιμάται από καρδιολόγο και διακρίνεται σε 4 κατηγορίες.
Κατηγορία I Είναι οι ασθενείς με κάποια καρδιακή πάθηση που δεν έχουν κανένα περιορισμό στην φυσική τους δραστηριότητα. Δεν έχουν συμπτώματα καρδιακής ανεπάρκειας ούτε αναφέρουν στηθαγχικά ενοχλήματα.
Κατηγορία ΙΙ Παρουσιάζουν μικρού βαθμού δύσπνοια με την συνήθη μυϊκή δραστηριότητα, αίσθημα παλμών ή στηθάγχη.
Κατηγορία ΙΙΙ Οι ασθενείς αυτές παρουσιάζουν δύσπνοια ακόμα και με τις συνήθεις καθημερινές ασχολίες ενώ
Στην κατηγορία ΙV δεν μπορούν να κάνουν καμία εργασία χωρίς να νοιώσουν δυσφορία.
Με σπάνιες εξαιρέσεις οι γυναίκες της κατηγορίας Ι και οι περισσότερες της κατηγορίας ΙΙ, επιτρέπεται να προχωρήσουν στην εγκυμοσύνη τους. Προσοχή χρειάζεται ώστε να μην πάρουν υπερβολικό βάρος, να μην έχουν κατακράτηση υγρών και να προληφθεί οποιαδήποτε αναιμία. Η έγκυος θα πρέπει να ξαπλώνει οπωσδήποτε 10 ώρες κάθε βράδυ και μία ώρα μετά από κάθε γεύμα. Επιτρέπεται να κάνει ελαφρές οικιακές εργασίες χωρίς όμως να ανεβαίνει σκάλες.
Είναι σημαντικό να καταλάβει ότι δεν πρέπει να αισθάνεται κούραση και να αναπαύεται όσο το δυνατόν περισσότερο. Οποιοδήποτε κρυολόγημα ή άλλη λοίμωξη θα πρέπει να αναφέρεται στο γιατρό της. Επίσης θα πρέπει να αναγνωρίζει οποιαδήποτε σημείο καρδιακής ανεπάρκειας όπως ξαφνικό βήχα, δύσπνοια, Αιμόπτυση κλπ.
Ο φυσιολογικός τοκετός ενδείκνυται στις περισσότερες περιπτώσεις και η καισαρική γίνεται μόνον όταν υπάρχουν Μαιευτικές ενδείξεις. Σε αρκετές περιπτώσεις είναι καλύτερη η επισκληρίδιος αναλγησία ενώ σε άλλες όχι. Σε κάθε περίπτωση όμως, ακόμα και στις πρώτες ημέρες της λοχείας θα πρέπει να ελέγχεται συνεχώς η ασθενής για ξαφνική καρδιακή ανεπάρκεια.
Αυτό σημαίνει ότι η γυναίκα με κάποια καρδιακή πάθηση θα πρέπει να γεννάει σε οργανωμένο Μαιευτήριο με καρδιολογική υποστήριξη (Μονάδα εντατικής θεραπείας). Όσον αφορά την κατηγορία ΙΙΙ, τα πράγματα είναι πολύ πιο δύσκολα.
Η Μητρική θνησιμότητα κυμαίνεται από 4 έως 8 % και αυτό σημαίνει ότι μάλλον θα πρέπει να αποφεύγεται μία εγκυμοσύνη. Στις περιπτώσεις όμως που η γυναίκα παρόλο που ενημερώνεται για τους πιθανούς κινδύνους, επιμένει να συνεχίσει την κύηση, θα πρέπει να Νοσηλεύεται από την αρχή μέχρι το τέλος της εγκυμοσύνης.